Ἱ. Μονή στή Σύναξη Μαρωνείας
Πληροφορίες - Ιστορικό
Γύρω στά δέκα χιλιόμετρα ἀνατολικὰ τῆς Μαρώνειας καὶ στούς πρόποδες τοῦ βουνοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου βρίσκεται ἡ παραθαλάσσια πόλη Σύναξη. Γνωρίζουμε σήμερα ὅτι στήν ἀρχαία ἐποχὴ στό λιμάνι τῆς Σύναξης ὑπῆρχε ἕνα μεγάλο οἰκοδόμημα που λειτουργοῦσε ὡς ξενῶνας τῶν πολλῶν προσκυνητῶν που ταξίδευαν γιά τὸ ἱερὸ τῶν μεγάλων θεῶν που βρισκόταν στήν Παλιάπολη τῆς Σαμοθράκης. Εἶναι γνωστὸ ὅτι, ἐπειδὴ ἡ Σύναξη καὶ Παλιάπολη βρίσκονται στόν ἴδιο μεσημβρινό, ἡ ἀπόσταση μεταξὺ τους εἶναι ἡ μικρότερη γιά νά μεταβεῖ κανεὶς ἀπὸ τὴν θρακικὴ ἐνδοχώρα στή Σαμοθράκη.
Ἡ Σύναξη ἦταν ὁ τόπος ὅπου οἱ ἀρχαῖοι μυοῦνταν στό δεύτερο στάδιο τῶν Καβειρίων Μυστηρίων, μετὰ ἀπὸ τὸ πρῶτο στάδιο, τή μύηση στό Μαντεῖο τοῦ Διονύσου. Ἀπὸ τή Σύναξη μετέβαιναν στήν Παλιάπολη γιά νά πάρουν μέρος στό τρίτο στάδιο, νά παρακολουθήσουν τὰ Καβείρια Μυστήρια. Οἱ ἀνασκαφὲς στή Σύναξη ἔφεραν στό φῶς μία μεγάλων διαστάσεων χριστιανικὴ βασιλική, ἡ ὁποία κτίστηκε πιθανότατα τὸν 5ο αἰῶνα στή θέση τοῦ ἀρχαίου ἱεροῦ τοῦ Μάρωνα, ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ στά χρόνια τῶν Ἀντωνίνων (92-192 μ.Χ.).
Τὸ ἀνατολικὸ τμῆμα τοῦ Ναοῦ εἶναι κτισμένο μὲ μάρμαρα που προέρχονταν ἀπὸ παλαιότερα οἰκοδομήματα, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τοῦ ἄβατου ἱεροῦ ἥρωα, ποὺ πιθανότατα ταυτίζεται μὲ αὐτὸ τοῦ Μάρωνα. Ἡ γεωγραφικὴ θέση τῆς Σύναξης, ἡ χρησιμοποίηση μελῶν ἀπὸ παλαιότερο ἱερό, καθὼς καὶ ἡ ὓπαρξη τοῦ μεγάλου οἰκοδομήματος - ξενῶνος που θὰ ἐξυπηρετοῦσε τίς ἀνάγκες τῶν προσκυνητῶν, ὁδήγησε τοὺς ἀρχαιολόγους στήν ὑπόθεση ὅτι ἡ Σύναξη θὰ πρέπει νά ἦταν στήν ἀρχαία ἐποχὴ τὸ κέντρο μετάβασης τῶν προσκυνητῶν στό ἱερὸ τῆς Σαμοθράκης.
Ἀργότερα, τὸν 9ο-10ο αἰῶνα, ἐποχὴ ἀνασυγκρότησης τῶν ἀστικῶν κέντρων καὶ τῆς ὑπαίθρου τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, ἐπάνω στά θεμέλια τῆς παλαιοχριστιανικῆς βασιλικῆς ἀνοικοδομήθηκε μονή, που φαίνεται ὅτι ἐπέζησε μέχρι τὸν 13ο αἰ., ὁπότε οἱ μοναχοὶ τὴν ἐγκατέλειψαν, βρίσκοντας ἀλλοῦ καταφύγιο. Δέν εἶναι γνωστὰ τὰ αἴτια ἐγκατάλειψης τῆς μονῆς. Εἰκάζεται ὅτι μετέβησαν εἴτε στή Μαρώνεια, εἴτε λόγῳ τῶν ἐπιδρομῶν τῶν Ὀθωμανῶν, οἱ μοναχοὶ ἐγκαταστάθηκαν πιθανότατα στό μοναστικὸ κέντρο τοῦ Παπικίου Ὅρους.
Ὃσο ὅμως λειτουργοῦσε ἡ μονὴ αὐτή, ἀποτελοῦσε τὴν κεντρικὴ λαύρα ἀσκητῶν τῆς γύρω περιοχῆς. Τὸ καθολικὸ τῆς μονῆς βρίσκεται στό ἀνατολικὸ τμῆμα τῆς αὐλῆς καὶ ἦταν κατὰ τοὺς ἀρχαιολόγους ἕνα μονόχωρο κτήριο μὲ νάρθηκα καὶ ἐξωνάρθηκα. Στόν νάρθηκα ὑπήρχαν οἱ τάφοι τῶν ἡγουμένων. Τὸ τέμπλο ἦταν μαρμάρινο, δύο θωράκια τοῦ ὁποίου βρέθηκαν κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἀνασκαφῶν στό δάπεδο τοῦ ἱεροῦ βήματος. Αὐτὰ ἦταν διακοσμημένα μὲ ρόμβο ἐγγεγραμμένα σὲ τετραπλὸ τετράγωνο πλαίσιο.