Ἑορτή τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου
Τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ ἀναγιγνώσκουμε κατά τὴν Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου προέρχεται ἀπό τὸ κατά Λουκάν Ἃγιο Εὐαγγέλιο καὶ συγκεκριμένα ἀπό τὸ κεφάλαιο 10, στίχοι 38 ἕως 42 καὶ ἀπὸ τὸ κεφάλαιο 11 στίχοι 27 ἕως 28.
Παρ' ὅλο ποὺ αὐτὸ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τὸ διαβάζουμε συχνὰ πυκνὰ στὶς Θεομητορικές Ἑορτές καὶ στόν Μεγάλο Παρακλητικό Κανόνα τῆς Παναγίας, ἐν τούτοις ἔχει νὰ μᾶς πεῖ πάρα πολλὰ ὅπως καὶ ἡ γιορτὴ ποὺ θὰ ἑορτάσουμε. Ἑορτάζουμε τὸ γεγονός, κατά τὸ ὁποῖο ἡ Παναγία μας σὲ ἡλικία τριῶν ἐτῶν ὁδηγήθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους γονεῖς Της, τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα στὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ, ὅπου ἐκεῖ ἀφιερώθηκε καὶ εἶχε ὡς μόνη πνευματικὴ ἐργασία τὴν προσευχὴ καὶ τὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ, τρεφομένη ἐκεῖ ἀπὸ Ἅγιο Ἄγγελο. Παρέμεινε στὸ Ναό 12 χρόνια μέχρι τὸ 15ο ἔτος τῆς ἡλικίας Της. Ὃταν ἐξῆλθε τοῦ Ναοῦ καὶ ἐνῷ ἤδη εἶχαν κοιμηθεῖ οἱ ἅγιοι γονεῖς της, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἁγία Ἄννα καί βρισκόταν ὑπὸ τὴν κηδεμονία τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος, ἔλαβε τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς ἐκ Πνεύματος Ἁγίου συλλήψεως τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Λέει τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα : Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ ὁ Κύριος Ἰησοῦς μπῆκε σὲ κάποιο χωριὸ καὶ ἐκεῖ τὸν ὑποδέχτηκε στὸ σπίτι της κάποια γυναῖκα ποὺ τὴν ἔλεγαν Μάρθα, ἡ ὁποία ἔχει μία ἀδερφὴ ποὺ λεγόταν Μαρία. Ἡ Μαρία κάθισε κοντὰ στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄκουγε τὸν λόγο Του, ἡ δὲ Μάρθα δούλευε ἀσταμάτητα γιὰ νὰ περιποιηθεῖ τὸν κόσμο. Πῆγε λοιπὸν στὸν Ἰησοῦ καὶ τοῦ εἶπε: « Κύριε δὲν νοιάζεσαι που ἡ ἀδερφή μου μὲ ἄφησε μόνη νὰ περιποιοῦμαι τοὺς ἀνθρώπους; λοιπὸν πές της νὰ μὲ βοηθήσει». Ὁ Ἰησοῦς τῆς ἀποκρίθηκε: « Μάρθα, Μάρθα ἀσχολεῖσαι καὶ ἀγωνιᾶς γιὰ πολλὰ πράγματα, ἐνῷ ἕνα μόνο χρειάζεται. Αὐτὸ διάλεξε ἡ Μαρία καὶ κανεὶς δὲν πρόκειται νὰ τῆς τὸ ἀφαιρέσει». Καὶ συνεχίζει τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα : ἐνῷ ἔλεγε αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς κάποια γυναῖκα ἀπὸ τὸ πλῆθος ἔβγαλε δυνατὴ φωνὴ καὶ τοῦ εἶπε: « χαρὰ στὴ μάνα ποὺ σὲ γέννησε καὶ ποὺ σὲ θήλασε», καὶ ἐκεῖνος εἶπε ὃτι πιὸ πολὺ χαρὰ ἀρμόζει σὲ ἐκείνους ποὺ ἀκοῦνε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐφαρμόζουν.
Κατ' ἀρχὰς νὰ καταλάβουμε τὸ νόημα αὐτῆς τῆς Θεομητορικῆς ἑορτῆς. Τί θέλει νὰ μᾶς πεῖ. Τί σημαίνει γιὰ μᾶς καὶ γιατί ὁ Θεὸς ἐνήργησε μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ἀπέναντι στὴν Παναγία, ὥστε ἀπὸ μικρὸ παιδὶ νὰ εἰσέλθει στὰ ἅγια τῶν ἁγίων ἐκεῖ ὅπου κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ μπεῖ, παρὰ μόνον ὁ Ἀρχιερεὺς ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ, νὰ παραμείνει ἐκεῖ τρεφομενη ὑπὸ τῶν Ἀγγέλων καὶ ζῶντας μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ, ἀναμένουσα τὸ πλήρωμα τῆς ἡλικίας της. Νὰ δοῦμε τό πὼς ὁ Θεὸς ἑτοιμάζει μὲ πᾶσα ἐπιμέλεια καὶ προσοχὴ τὸν χῶρο, στὸν ὁποῖο θὰ κατασκηνώσει καὶ φυλάττει τὴν παρθένον Μαρία, αὐτὴν τὴν πιὸ ἅγια γυναῖκα τοῦ κόσμου, τὴν ἁγιοτέρα ὕπαρξη ἀπὸ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος, τὴν φυλάττει καὶ τὴν ἑτοιμάζει νὰ γίνει ἡ δική Του Μητέρα. Βλέπουμε, ὅτι αὐτὸ γίνεται ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία τριῶν χρονῶν· ἡ Παναγία μας ὁδηγεῖται ἀπὸ τοὺς γονεῖς της τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα, οἱ ὁποῖοι τὴν γέννησαν μὲ πολύ προσευχὴ, παρ' ὅλο ποὺ ἦταν μεγάλοι στὴν ἡλικία καὶ στείροι.
Ἐν τούτοις ἡ Παναγία μας καρπὸς προσευχῆς, καρπὸς πνευματικῆς ζωῆς, καρπὸς σωφροσύνης, ὅταν γεννήθηκε καὶ ἀπεγαλακτήσθη στὴν ἡλικία τῶν τριῶν χρόνων, ὁδηγήθηκε ὑπὸ τοῦ Ἀρχιερέως στὸν Ναὸ καὶ ἐκεῖ ἀφέθηκε στὰ Ἃγια τῶν Ἁγίων. Σ' ἐκεῖνον τὸν τόπο τὸν φοβερὸν καὶ ἅγιο, ὅπου κανεὶς δὲν εἰσέρχεται, παρά μόνον ὁ Ἀρχιερέας ἅπαξ τοῦ ἔτους, ἡ Παναγία δὲν ἔκανε ἔργα ἐξωτερικὰ, παρὰ μόνον ἔμενε μέσα στὴν ἡσυχία τοῦ χώρου, τρεφομένη διὰ χειρὸς Ἀγγέλων καὶ προσευχομένη καὶ διαφυλαττομένη ἀπὸ πᾶσαν ἐνέργειαν τοῦ διαβόλου. Ἔμεινε καθαρὴ καὶ ἁγνὴ κι ἀμόλυντος μὲ ὑπερβάλλουσα καὶ ἀσύλληπτη καθαρότητα καὶ σωφροσύνη, τόση ὥστε ὑπερέβαλε ἀκόμα καὶ τὶς ἀγγελικὲς τάξεις καὶ δυνάμεις καὶ ἐφύλαξε τὴν ἁγνότητα καὶ καθαρότητά Της σὲ σημεῖο ποὺ κανεὶς ἄνθρωπος ποτὲ δὲν θὰ φτάσει γιὰ νὰ μπορέσει νὰ γεννήσει τὸν Θεὸ, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.
Τὸ δὲ Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς, τὸ ὁποῖο συνδέεται μὲ τὰ ἀνωτέρω, θέλει ἀκριβῶς νὰ μᾶς δείξει ὅτι τελικὰ ὁ ἄνθρωπος ἕνα πρᾶγμα ἔχει ἀπόλυτα ἀνάγκη τὸ νὰ ζεῖ κοντὰ στὸν Θεό. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι δευτερεύοντα. Ὅλα τὰ ἄλλα εἴτε ὑπάρχουν, εἴτε δὲν ὑπάρχουν, δὲν σημαίνουν καὶ πολλὰ πράγματα. Τό νὰ ζεῖς μακρυά ἀπό τὸ Θεὸν καὶ ἂν ἔχεις ὅλα τὰ ὑπόλοιπα, δὲν μπορεῖς νὰ βρεῖς τὴ ζωή σου νόημα καὶ εὐτυχία καὶ πλήρωμα ζωῆς. Μπορεῖ νὰ ἔχεις χρήματα, δόξα, δύναμη, μπορεῖ νὰ ἔχεις γνώσεις, νὰ εἶσαι ὁ πιὸ διάσημος καὶ πιὸ ἐπίσημος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου ὅλου, ἐὰν δὲν ἔχεις μέσα σου τὸν Θεὸ, ἐὰν δὲν ἔχεις τὴν ἐμπειρία τῆς ἀγάπης στὴν καρδιά σου, θὰ αἰσθάνεσαι δυστυχής, ταλαίπωρος, θὰ ἔχεις φοβίες, ἀνασφάλειες μεγάλες γιὰ τὸ αὔριο, θὰ αἰσθάνεσαι ὅτι κάτι σοῦ λείπει, κάτι δὲν ὑπάρχει μέσα σου, γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος νὰ ἀναπαύεται μόνο μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸν Πατέρα ὅλα τὰ ἄλλα δὲν ἔχουν καμία ἀξία. Ἐνῷ ἀντίθετα, μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν ἔχει τίποτα στὴ ζωή του, νὰ μὴν τὸν ξέρει κανένας, νὰ ἔχει περιπέτειες καὶ θλίψεις πολλὲς, νὰ ἔχει δυσκολίες, ἀποτυχίες, ἀρρώστιες, προβλήματα πολλὰ στὴ ζωή του, ἐὰν ἔχει ὅμως τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ μὲς στὴν καρδιά του, τότε ἔχει τὴ γλυκιὰ ἐκείνη παρηγοριὰ τῆς θείας παρουσίας καὶ αἰσθάνεται πλήρης, αἰσθάνεται παρηγορημένος, ἀναπαυμένος, μακάριος μὲ τὴν πραγματικὴ σημασία τοῦ ὅρου «μακάριος», λόγῳ τῆς παρουσίας τῆς Θείας Χάριτος μὲς στὴν καρδιά του.
Σὲ αὐτὸ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο τονίζεται ἰδιαίτερα εἶναι, ὅτι ἡ Μαρία περιφρόνησε ὅλα ὅσα ὑπῆρχαν γύρω, τίς ἐφήμερες ἀνάγκες καὶ τὶς τρέχουσες ἀνάγκες ἐξυπηρέτησης καὶ φιλοξενίας τοῦ κόσμου καὶ διάλεξε αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἦταν πραγματικὴ ἀνάγκη. Νὰ ἀκούσει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Περιφρόνησε ὅλες τὶς ὑποχρεώσεις της, ὅλα τὰ συμβατικὰ καθήκοντα, τοὺς προσκεκλημένους ποὺ ἦταν στὸ σπίτι της, περιφρόνησε ἀκόμα καὶ τὴν ἀδελφὴ της, περιφρόνησε φαινομενικὰ ἀκόμα καὶ αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς θὰ λέγαμε: «ἀρετὴ τῆς φιλοξενίας», ἀκόμα καὶ τὴν ἀρετὴ τῆς ἀγάπης.
Ἀδιαφόρησε γιὰ ὅλα τὰ ἄλλα καὶ εἶπε ὅτι τώρα, αὐτὴ τὴ στιγμὴ, αὐτὸ ποὺ προέχει εἶναι νὰ ἀκούσω τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι παρών ὁ Χριστὸς γεγονός σπάνιο καὶ εἶναι ἀνεπανάληπτη εὐκαιρία νὰ καθίσει κοντὰ στὰ πόδια Του καὶ νὰ ἀκούσει τὸν λόγον Του καὶ κατόπιν μπορεῖ νὰ κάνει τὰ ὑπόλοιπα. Αὐτὸ ὅμως σκανδάλισε τὴν ἀδελφή της τὴν Μάρθα, ἡ ὁποία «περιεσπᾶτο περί πολὺν διακονίαν». Ἦταν φυσικὸ. Μὲ τὴ δική μας νοοτροπία αὐτὸ ἔπρεπε νὰ κάνει ἡ Μαρία. Ἦταν ὁ Χριστὸς στὸ σπίτι τους, φιλοξενούμενος, εἶχαν τὴν μεγάλη τιμὴ νὰ τὸν ἔχουν μέσα στὸ σπίτι τους καὶ εἶχαν καὶ τὴν τιμὴ καὶ τὴ χαρὰ νὰ ἔχουν κι ἄλλους ἀνθρώπους στὸ σπίτι τους, ἔπρεπε ὡς οἰκοδέσποινες νὰ φροντίσουν τοὺς φιλοξενούμενους ἀνθρώπους καὶ νὰ διακονήσουν τὶς ἀνάγκες τους. Ἡ Μαρία ὅμως δὲν ἔδωσε καμιὰ σημασία, γεγονός ποὺ ἔκανε τὴν Μάρθα νὰ ἀγανακτήσει. Δὲν μποροῦσε νὰ ἀνεχθεῖ αὐτὴν τὴν συμπεριφορά τῆς Μαρίας καὶ ἀπευθυνόμενη στὸν Χριστὸ Τοῦ λέει : «δὲν σὲ ἐνδιαφέρει, ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνη μὲ κατέλιπε διακονεῖν;» Ἐξωτερικεύει τὸ παράπονό της, ἀφοῦ θεωροῦσε ὅτι εἶναι καθῆκον τοῦ Χριστοῦ νὰ πεῖ στήν ἀδερφή της νὰ τὴ βοηθήσει.
Πόσες φορὲς καὶ ἐμεῖς λειτουργοῦμε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἀγανακτοῦμε, γιατί οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι παραβλέπουν κάποια καθήκοντά τους ἀπέναντί μας, ἤ στὸ κοινωνικὸ σύνολο καὶ ἀσχολοῦνται μόνο μὲ τὴν προσευχὴ καὶ μὲ τὸν Θεό καὶ δὲν ὑπηρετοῦν τοὺς ἀνθρώπους; Χαρακτηριστικό παράδειγμα οἱ μοναχοί. Προσχηματικά λένε πολλοί ἀντὶ νὰ μείνει στὴν κοινωνία νὰ βοηθήσει πῆγε νὰ κλεισθεῖ στὸ Μοναστήρι. Λὲς καὶ ὃλοι ποὺ εἴμαστε μὲσα στὴν κοινωνία ὅλη μέρα τίποτα ἄλλο δὲν κάνουμε ἀπὸ τὸ νὰ βοηθοῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλονν. Δὲν βλέπουμε τὶς δικές μας ἀτέλειες καὶ βλέπουμε τὸν ἄλλον ἄνθρωπο ποὺ ἀποφάσισε νὰ κάνει κάτι θεάρεστο, ποὺ ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε.
Ὁ Χριστὸς, ὅμως δὲν παρασύρεται οὔτε ἀπὸ τὰ φαινόμενα τοῦ κόσμου τούτου, οὔτε ἀπὸ τὶς προτροπές της Μάρθας, ἀλλὰ λειτουργεῖ θεραπευτικὰ καὶ ἐπιτιμητικὰ, πάντοτε μὲ ἀγάπη. Ὡς καλὸς πατέρας, ὡς καλὸς ἰατρὸς, ὡς ἀγαθὸς Θεὸς ἐπιτιμᾶ πατρικὰ τὴ Μάρθα καὶ μὲ πολὺ εὐγένεια καὶ πολὺ ἀγάπη τῆς λέει ὅτι ἀσχολεῖται καὶ ἀγωνιᾶ καὶ ἀγχώνεται γιὰ πολλὰ πράγματα χωρίς λόγο, γιατί οὐσιαστικὰ ἕνα πρᾶγμα μόνον εἶναι ἀνάγκη νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος. Ἄν αὐτὸ τὸ ἕνα τὸ καταφέρει, τότε ὅλα τὰ ὑπόλοιπα τακτοποιοῦνται ἀπὸ μόνα τους. Τότε ὅλα τὰ ὑπόλοιπα θὰ βροῦν τὸν δρόμον τους. Ἀντίθετα ἐὰν αὐτὸ τὸ ἕνα δὲν τὸ καταφέρεις, τότε ὅ,τι κι ἂν καταφέρεις, πραγματικὰ ἔχασες τὸ χρόνο σου.
Αὐτὸ πῶς μποροῦμε ἄραγε ἐμεῖς νὰ τὸ πετύχουμε, ποὺ ἔχουμε τόσες μέριμνες, ποὺ τιρβάζουμε καὶ μεριμνοῦμε περί πολλῶν, ποὺ ἔχουμε ὑποχρεώσεις, ἀνάγκες, δυσκολίες καὶ καθήκοντα; Θέλει νὰ μᾶς πεῖ ὁ Χριστὸς νὰ ἀφήσουμε τὶς δουλειές μας καὶ τὶς ὑποχρεώσεις μας καὶ νὰ πάρουμε στὰ χέρια μας τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ διαβάζουμε συνεχῶς καὶ νὰ προσευχόμαστε χωρὶς νὰ κάνουμε τίποτα; Βέβαια, ὅποιος τὸ κάνει αὐτὸ ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ τότε νὰ εἶναι βέβαιος, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ κάνει ὅλα τὰ ὑπόλοιπα. Ἀλλὰ αὐτὸ μποροῦν νὰ τὸ κάνουν ἐλάχιστοι. Ἐλάχιστοι ἔχουν αὐτα τὰ μέτρα νὰ ἀφιερώσουν ἐξ ὁλοκλήρου τὸν ἑαυτόν τους στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι τί κάνουμε; Προσπαθοῦμε νὰ εἴμαστε συνεχῶς παρακαθήμενοι «παρά τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ», ἔχοντας τὸ νοῦ μας καὶ τὴν καρδιά μας στραμμένη στὸν Θεὸ. Ἐνθυμούμενοι τὸν Θεὸ, ἐπικαλούμενοι τὸ πανάγιο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας ἀδιαλείπτως μέσα στὴν καρδία μας, ποθῶντας τὸν Κύριον, διαφυλάττοντας τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μὲς τὴν ψυχή μας. Φροντίζοντας νὰ μὴ σβήσουν αὐτὴν τὴν ἀγάπη οἱ ἁμαρτίες μας καὶ τὰ πάθη μας κι ἂν ἀκόμα πέσουμε καὶ τραυματιστοῦμε σὲ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα, προσπαθοῦμε διὰ τῆς μετανοίας καὶ διὰ τῆς ταπεινώσεώς μας, διά τῆς ἐξομολογήσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας, νὰ ξαναβροῦμε τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ διὰ τῶν Ἁγίων Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ θεραπεύουμε καὶ νὰ ἐπουλώνουμε τὰ τραύματά μας. Καὶ δόξᾳ τῷ Θεῷ σήμερα ὑπάρχουν τόσα μέσα, τόσες εὐκολίες, ὅπου μποροῦμε συνεχῶς νὰ ἀκοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχουν τόσα βιβλία, τόσα κείμενα, τόσες ὁμιλίες ποὺ ὁ κάθε ἄνθρωπος καὶ νὰ θέλει νὰ διαβάσει τὰ ὑπάρχοντα πνευματικὰ βιβλία, δὲν θὰ φτάσει ἡ ζωή του ὁλόκληρη. Ὑπάρχουν ἐπίσης τόσες πνευματικὲς εὐκαιρίες καὶ ὁμιλίες καὶ συζητήσεις καὶ διαλέξεις καὶ διάλογοι γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ ποὺ πολλὲς φορὲς δὲν ἔχουμε χρόνο νὰ προλάβουμε νὰ τὰ ἀκούσουμε ὅλα αὐτά.
Τὰ ὑπόλοιπα, τὶς ὑποχρεώσεις μας καὶ τὶς ἀνάγκες μας, σίγουρα θὰ τὰ καλύψουν τὰ χέρια μας καὶ τὰ πόδια μας. Τὶς δουλειές μας θὰ τὶς κάνουμε καὶ στὶς ὑποχρεώσεις μας θὰ ἀνταποκριθοῦμε καὶ τὰ καθήκοντά μας, οἰκογενειακά καὶ ἐπαγγελματικά θὰ ἐκτελέσουμε, ἀλλὰ τὴν καρδιά μας δὲν θὰ τὴν ξεκολλήσουμε ἀπὸ τὸν Χριστὸ. Ἐκεῖ θὰ ἀφήσουμε τὴν καρδιά μας παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, νὰ ἀκούει τὸν λόγο Αὐτοῦ. Τὸ σῶμα μας νὰ τρέχει, νὰ ἐργάζεται, νὰ διακονεῖ, νὰ ὑπηρετεῖ, νὰ θυσιάζεται γιὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Αὐτὸ δὲν τὸ ἀπαγορεύει ὁ Θεὸς. Ὁ Θεός ζητᾶ ἀπὸ μᾶς νὰ εἴμαστε κοντά Του νὰ εἴμαστε παρακαθήμενοι παρα τοὺς πόδας Του καὶ νὰ ἀκοῦμε τὸ λόγο Του καὶ νὰ ἔχουμε τὸ Πανάγιο ὀνομά Του μέσα στὴν καρδιά μας. Νὰ μήν ἐπιτρέπουμε στὶς βιοτικές μέριμνες καὶ στοὺς λογισμούς τοῦ πονηροῦ νὰ μᾶς ἀποπροσανατολίζουν. Νὰ φροντίζουμε, ἀλλὰ ὄχι μὲ τὴν ψυχή μας. Ἡ ψυχή μας, ἡ καρδιά μας νὰ εἶναι δοσμένη καὶ ἀφιερωμένη στὸν μόνο Θεὸ. Τὸ μυαλό μας ἢ τὸ σῶμα μας νὰ ἐργάζεται, νὰ προνοεῖ τί θὰ κάνουμε αὔριο, τί θὰ φᾶνε τὰ παιδιά μας, πῶς θὰ προχωρήσουμε, πῶς θὰ ὀργανώσουμε τὶς διάφορες ἐργασίες μας, ἀλλὰ ὅλες αὐτές οἱ μέριμνες νὰ μὴν κλέβουν τὴν καρδιά μας. «Ὑιέ μου δός μοὶ σὴν καρδίαν» (Παροιμ. κγ´ 26). Δὲν θέλει ὁ Θεὸς τίποτα ἄλλο, παρὰ μόνο τὴν ἀγάπη μας. Θέλει νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε γιὰ νὰ μπορέσουμε καὶ ἐμεῖς μὲ τὴν σειρά μας νὰ ἀπολαύσουμε τὴ δική Του ἀγάπη. Γιὰ τὸ δικό μας καλὸ, γιὰ τὴ δική μας εὐλογία καὶ τὴ δική μας ὁλοκλήρωση, ὁ Θεὸς ζητᾶ τὴν καρδιά μας.
Αὐτὲς τὶς ἅγιες ἡμέρες, που γιορτάζουμε τὴν ἑορτή τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, ἂς ἔχουμε ὑπόψιν ὅτι ἰδιαιτέρα χάρη ἐκχέεται ἀπὸ τὴ Θεοτόκον στὸν κόσμο, ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ ἀγάλλονται καὶ ἐμεῖς ὅπως λέει καὶ τὸ τροπάριο «Σήμερον πιστοὶ χορεύσωμεν, ἐν ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις, τῷ Κυρίῳ ᾄδοντες, τιμῶντες καὶ τὴν αὐτοῦ, ἡγιασμένην σκηνήν, τὴν ἔμψυχον κιβωτόν, τὴν τὸν ἀχώρητον Λόγον χωρήσασαν...»· δηλαδὴ νὰ χορέψουμε καὶ νὰ ψάλλουμε ὄχι κοσμικὰ, ἀλλὰ μὲ τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιο. Ἡ καρδιά μας νὰ ψάλει καὶ νὰ ὑμνεῖ τὴν Θεοτόκο, τὴν ἡγιασμένη σκηνή, τήν ἔμψυχον κιβωτόν, ἡ ὁποία ἐχώρησεν τὸν Θεὸν Λόγον, τὸν ἀχώρητο καὶ προσεφέρθη στὸν Θεὸν νηπιάγουσα ἀκόμα. Ἐκεῖ ὁ Ἀρχιερεὺς ὁ Μέγας, εὐφραινόμενος δέχεται τὴν Θεοτόκο, τὸ κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, τὸ ἐργαστήριο ὅπου ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Τί ἄλλο λέγει τὸ τροπάριο τοῦ ἑσπερινοῦ : «Σήμερον Ναὸς ὁ ἔμψυχος, τῆς ἁγίας δόξης, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἡ μόνη ἐν γυναιξίν, εὐλογημένη Ἁγνή, προσφέρεται τῷ Ναῷ, τῷ νομικῷ κατοικεῖν εἰς τὰ Ἅγια καὶ χαίρουσι σὺν αὐτῇ, Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα τῷ πνεύματι, καὶ παρθενικαὶ χορεῖαι, τῷ Κυρίω ᾄδουσι ψαλμικῶς μελωδοῦσαι καὶ τιμῶσαι τὴν Μητέρα αὐτοῦ». Σήμερα ὁ Ναὸς ὁ ἔμψυχος, ὁ Ναὸς ὁ Ἃγιος τῆς ἁγίας δόξης τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας, ἡ μόνη εὐλογημένη ἀπὸ ὅλες τὶς γυναῖκες προσφέρεται στὸν νομικό Ναό, νὰ κατοικεῖ στὰ Ἃγια τῶν Ἁγίων καὶ χαίρουν μαζὶ μὲ αὐτὴν ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, οἱ γονεῖς της καὶ οἱ παρθενικὲς χωρίες ψάλλουν στὸν Θεὸ μελωδοῦσαι καὶ τιμῶσαι τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι τὰ ἅγια αὐτὰ τροπάρια τῆς Ἑορτῆς μυσταγωγία πραγματικὴ στὸ μεγάλο μυστήριο τῆς παρουσίας τῆς Παναγίας μας καὶ τῆς μεγάλης Ἑορτῆς τῶν Εἰσοδίων Αὐτῆς. Καὶ εἶναι γιὰ μᾶς ὅλους μία εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεὸ, μιὰ εὐκαιρία νὰ παρακαλέσουμε τὴν Θεοτόκο νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ εἰσέλθουμε καὶ ἐμεῖς στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς κατὰ τὴν δύναμή μας πραγματικὰ κατοικητήρια τῆς Ἁγίας δόξης Χριστοῦ. Ἀμήν.











